Του Σταύρου Λυγερού
Μπορεί η Φώφη Γεννηματά να μην άγγιξε το αναγκαίο 50%+1 για να εκλεγεί από τον πρώτο γύρο, αλλά η μεγάλη διαφορά της από τον επόμενο στη σειρά Νίκο Ανδρουλάκη δεν αφήνει πολλά ερωτηματικά για την έκβαση του δεύτερου γύρου, ο οποίος θα διεξαχθεί την ερχόμενη Κυριακή 19 Νοεμβρίου. Θεωρητικά, βεβαίως, μπορεί να υπάρξει ανατροπή. Το 42-43% περίπου, όμως, από το οποίο εκκινεί η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ της εξασφαλίζει ένα καταλυτικό πλεονέκτημα.
Ο νέος σε ηλικία πρώην γραμματέας του ΠΑΣΟΚ, άλλωστε, δεν έχει τις πολιτικές προδιαγραφές να συσπειρώσει πίσω του όλους τους άλλους υποψηφίους, ώστε να έχει μία ελπίδα να καλύψει τη διαφορά των 17-18 μονάδων. Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Η Γεννηματά, εκτός από τον έλεγχο του “πράσινου” κομματικού μηχανισμού, ως πρόσωπο θεωρείται περισσότερο αποδεκτό για τη θέση του προέδρου, παρότι είναι αναπόφευκτο να εκδηλωθεί μία κάποια τάση αντισυσπείρωσης.
Ρόλο, βεβαίως, θα παίξει και η συμμετοχή στον δεύτερο γύρο. Είναι λογικό να υποθέσουμε πως όσοι ήλπιζαν ότι από αυτή τη διαδικασία θα προέκυπτε μία υπέρβαση έχουν μάλλον απογοητευθεί και στη μεγάλη πλειονότητά τους δεν θα πάνε πάλι στις κάλπες. Αυτό, ωστόσο, δεν αναμένεται να επηρεάσει ανατρεπτικά τον συσχετισμό μεταξύ της Γεννηματά και του Ανδρουλάκη. Και οι δύο έχουν “στρατούς”, οι οποίοι θα δώσουν το παρόν.
Ο παράγοντας της συμμετοχής
Το πρώτο στοιχείο από τη χθεσινή εκλογική διαδικασία είναι η σχετικά μεγάλη συμμετοχή. Προφανώς δεν συγκρίνεται με άλλες εποχές του ΠΑΣΟΚ, αλλά οπωσδήποτε οι 210.264 πολίτες που πήγαν να ψηφίσουν είναι μία ένδειξη ενδιαφέροντος για τα συμβαίνοντα στον ενδιάμεσο χώρο του πολιτικού συστήματος.
Στους κόλπους της Δημοκρατικής Συμπαράταξης επικρατεί μεγάλος ενθουσιασμός για το μέγεθος της συμμετοχής. Ορισμένοι, μάλιστα, θεωρούν πως έγινε το πρώτο βήμα για να ανακτήσει αυτή η παράταξη πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι δημοσκοπήσεις, ωστόσο, δεν φαίνεται να δικαιώνουν τέτοιες ελπίδες για επιστροφή των άλλοτε «πράσινων» ψηφοφόρων, ώστε το νεοπαγές σχήμα να καταστεί ο εναλλακτικός στη ΝΔ πόλος του πολιτικού συστήματος.
Η συμμετοχή αναμφισβήτητα καταδεικνύει ότι ένα σημαντικό ποσοστό των παλαιών ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ που από το 2012 άρχισαν να το εγκαταλείπουν μαζικά, κατευθυνόμενοι εκλογικά προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, ενδιαφέρεται για τα τεκταινόμενα στον ενδιάμεσο χώρο. Το γεγονός ότι κάποιοι πήγαν και ψήφισαν δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι θα ψηφίσουν το νέο φορέα της Κεντροαριστεράς και στις εθνικές εκλογές.
Σε εκλογές για την ανάδειξη αρχηγού συμμετέχουν πλέον και πολίτες που νοιώθουν ιδεολογικά-πολιτικά όμοροι και που ενδιαφέρονται να επηρεάσουν με την ψήφο τους την έκβαση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε την εκλογή του και λόγω του γεγονότος ότι κινητοποιήθηκαν μαζικά και φιλελεύθεροι από τον χώρο του Κέντρου, πολίτες που είχαν ψηφίσει Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ.
Αν και δεν υπάρχουν στοιχεία, το ίδιο φαίνεται να συνέβη και στη χθεσινή εκλογική διαδικασία. Ψήφισαν πρώην ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ που το έχουν εγκαταλείψει, πηγαίνοντας και στον ΣΥΡΙΖΑ και στη ΝΔ. Δεν είναι, ωστόσο, δυνατόν να γνωρίζουμε εάν αυτή η κατηγορία είναι αριθμητικά μεγάλη ή όχι και ποια η σύνθεσή της. Συμπερασματικά, είναι λογικό να υποθέσουμε πως ο αριθμός 210.264 δείχνει ότι ο νέος φορέας εμφανίζει μία κάποια δυναμική εκλογικής ανόδου, αλλά σε καμία περίπτωση εκλογικού άλματος.
Κορμός και σημείο αναφοράς το ΠΑΣΟΚ
Το δεύτερο στοιχείο που προκύπτει από το αποτέλεσμα είναι ότι παρά τη δραματική εκλογική συρρίκνωσή του και τα πολλαπλά προβλήματά του, το ΠΑΣΟΚ παραμένει ο κορμός του ενδιάμεσου χώρου. Το χαμηλό ποσοστό του Σταύρου Θεοδωράκη επιβεβαίωσε αυτό που είχε ήδη διαφανεί: το Ποτάμι έχει εισέλθει όχι απλώς σε καθοδική τροχιά, αλλά ουσιαστικά σε τροχιά περιθωριοποίησης. Ούτε, όμως, ο Γιώργος Καμίνης κατάφερε να αποσπάσει ένα αξιόλογο ποσοστό, παρότι είναι δήμαρχος Αθηναίων και υποτίθεται πως ως προσωπικότητα είχε μία ευρύτερη εμβέλεια.
Εξετάζοντας την κατανομή των ποσοστών, προκύπτει πως ο κορμός των ψηφοφόρων έχει σημείο αναφοράς το ΠΑΣΟΚ. Για την ακρίβεια, είναι κυρίως η κινητοποίηση των “πράσινων” που εξασφάλισε τη μεγάλη συμμετοχή. Δεν είναι πολίτες που αυτοπροσδιορίζονται γενικά ως κεντρώοι ή κεντροαριστεροί και οι οποίοι θα επέλεγαν αρχηγό με κάποιο αφηρημένο αξιοκρατικό πολιτικό κριτήριο. Με άλλα λόγια, δεν είναι η προσωπική πολιτική εμβέλεια της Γεννηματά που της εξασφάλισε με τόσο μεγάλη διαφορά την πρωτιά. Είναι κυρίως η ιδιότητά της ως προέδρου του ΠΑΣΟΚ.
Αυτό πρακτικά σημαίνει πως είναι η παράδοση, η ταυτότητα και το σύμβολο του ΠΑΣΟΚ που έχουν κρατήσει ακόμα ζωντανό αυτό το κόμμα. Από την άλλη πλευρά, βεβαίως, τα ίδια αυτά στοιχεία είναι που το καθηλώνουν στο σημερινό μικρομεσαίο εκλογικό ποσοστό του. Η υπέρβαση θα μπορούσε να γίνει μόνο με την επανασυσπείρωση του κορμού των άλλοτε “πράσινων” ψηφοφόρων.
Αυτό, ωστόσο, δεν φαίνεται πιθανό ούτε με τη σημαία του ΠΑΣΟΚ, ούτε με την όποια σημαία του νέου φορέα της Κεντροαριστεράς. Η αιτία είναι η αδυναμία όσων συμμετέχουν σ’ αυτό το εγχείρημα να εκφράσουν πολιτικά τη λαϊκή βάση του κεντροαριστερού χώρου. Η ταύτιση του ΠΑΣΟΚ με το Μνημόνιο οδήγησε στην πολιτική-εκλογική κατάρρευσή του. Τα κεντροαριστερά μικρομεσαία στρώματα που είχε συσπειρώσει ο Ανδρέας Παπανδρέου εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ, επειδή το Μνημόνιο τα έριξε στον γκρεμό, ή τα έχει φέρει στο χείλος του.
Κατάσταση εκλογικού μετεωρισμού
Η Κεντροαριστερά δεν έπαψε να είναι ο ένας από τους δύο μεγάλους ιδεολογικοπολιτικούς χώρους. Το ΠΑΣΟΚ, όμως, έπαψε να είναι ο προνομιακός πολιτικός εκφραστής της. Σ’ αυτό παραμένουν κυρίως οι κομματικά στρατευμένοι και οι μεγάλης ηλικίας, οι οποίοι δεν αλλάζουν εύκολα την ψήφο τους. Οι διαρροές ήταν αμφίπλευρες. Τα κεντροαριστερής προέλευσης εύπορα μεσοστρώματα στράφηκαν προς τη ΝΔ για να αναχαιτίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η πλειονότητα των κεντροαριστερών ψηφοφόρων, όμως, κατέφυγε στον ΣΥΡΙΖΑ όχι επειδή υιοθέτησε τα ιδεολογήματά του, αλλά ελπίζοντας ότι θα έκανε πράξη την επαγγελία του να τερματίσει τις μνημονιακές πολιτικές. Πολλοί εξ αυτών των ψηφοφόρων έχουν απογοητευθεί και αρκετοί έχουν εξοργισθεί με την κυβέρνηση Τσίπρα. Αυτό, όμως, δεν τους ωθεί να επιστρέψουν στο ΠΑΣΟΚ.
Η διαδικασία για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς, άλλωστε, έτσι όπως διεξάγεται, αφορά μόνο τη μνημονιακή πτέρυγά της. Με κοινωνικούς όρους θα λέγαμε ότι αφορά αφενός κεντροαριστερού προσανατολισμού εύπορα μεσοστρώματα, αφετέρου τον σκληρό πυρήνα των “πράσινων” ψηφοφόρων που δεν εγκαταλείπει την παράταξη. Αυτές οι δύο κατηγορίες, όμως, είναι μειονότητα στον χώρο.
Τα λαϊκά στρώματα, που ήταν και η πλειονότητα των παραδοσιακών “πράσινων” ψηφοφόρων, μάλλον απωθείται παρά συγκινείται από το εν εξελίξει εγχείρημα. Μπορεί να παίρνει αποστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν βρίσκει εναλλακτική πολιτική έκφραση. Προς το παρόν, λοιπόν, η κατηγορία αυτή των ψηφοφόρων βρίσκεται σε κατάσταση εκλογικού μετεωρισμού.
Πηγή:www.slpress.gr
Πηγή: apopseis.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου